Πότσνταμ

Πότσνταμ
(Potsdam). Πόλη της Γερμανίας, στον ποταμό Χάφελ, κοντά στο Βερολίνο. Ενδιαφέρον απέκτησε όταν έγινε έδρα του μεγάλου εκλέκτορα Φρειδερίκου Γουλιέλμου και γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή της επί Φρειδερίκου του Μεγάλου. Σήμερα είναι βιομηχανική πόλη με εργοστάσια οπτικών ειδών, μηχανών, υφαντουργίας, ηλεκτρικών και κινηματογραφικών ειδών και ειδών διατροφής. Διάσκεψη του Π. Η πρώτη μετά τη νίκη διάσκεψη (Ιούλιος - Αύγουστος 1945) των 3 Μεγάλων Τρούμαν, Τσώρτσιλ και Στάλιν, που συνήλθε με σκοπό την προκαταρκτική συνεννόηση για τον καθορισμό των συνθηκών ειρήνης. Συμμετείχαν και οι υπουργοί Εξωτερικών και αντίστοιχων χωρών και για τη Βρετανία επίσης ο Άτλι και ο Μπέβιν, που αντικατέστησαν τον Τσώρτσιλ και τον Ίντεν, μετά τις αγγλικές εκλογές του έτους εκείνου, κατά τις οποίες πλειοψήφησε το Εργατικό κόμμα. Κατά τη διάσκεψη αυτή αποφασίστηκε να καταρτισθούν οι συνθήκες ειρήνης υπό την εποπτεία του Συμβουλίου των υπουργών Εξωτερικών των 5 μεγαλύτερων νικητριών Δυνάμεων (ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανίας, Γαλλίας, πρώην ΕΣΣΔ και Κίνας). Επιπλέον η πρώην ΕΣΣΔ πέτυχε να εγκριθεί απόφαση που καθόριζε ενιαία κριτήρια για τις συνθήκες ειρήνης με την Ουγγαρία, Ιταλία, Βουλγαρία, Ρουμανία και Φιλανδία. Μεταξύ άλλων, στην Πολωνία ανατέθηκε η διοίκηση των πρώην γερμανικών εδαφών δεξιά του Όντερ και του Νάισε. Σε γενικές γραμμές αποφασίστηκε επίσης η πολιτική αποκέντρωση της Γερμανίας, καθώς και η αποστρατιωτικοποίηση και αποναζιστικοποίησή της και η διάλυση των μεγάλων γερμανικών βιομηχανικών τραστ. Οι συμφωνίες του Π. δεν εφαρμόστηκαν πλήρως, διότι σύντομα παρουσιάστηκαν διαφωνίες μεταξύ των κυβερνήσεων που τις κατήρτησαν. Πότσδαμ. Το Σαν-Σουσί, έργο του αρχιτέκτονα Γκ. Β. Κνόμπελσντορφ (1699 – 1753). Η συμβολική χειραψία των τριών «Μεγάλων» πριν την έναρξη της Διάσκεψης του Πάτσναμ (Ιουλ. - Δεκ. 1945).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Βρανδεμβούργο — (Brandenburg). Ομόσπονδο κρατίδιο (29.476 τ. χλμ., 2.601.207 κάτ. το 2000) και πόλη (83.585 κάτ. το 1998) της ανατολικής Γερμανίας στο ίδιο κρατίδιο. Η πόλη Β. είναι αξιόλογο βιομηχανικό κέντρο (εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας, χημικών προϊόντων… …   Dictionary of Greek

  • Σίνκελ, Καρλ Φρήντριχ — (Schinkel). Γερμανός αρχιτέκτονας (Νόυρουππιν 1781 Βερολίνο 1841). Η εργασία του τον τοποθετεί στα σύνο ρα μεταξύ νεοκλασικισμού και ρομαντισμού. Διαμορφώθηκε κοντά στο Φρήντριχ και στον Ντάβιντ Γκίλυ, αλλά από το 1803, σε ένα ταξίδι του στην… …   Dictionary of Greek

  • εξπρεσιονισμός — Καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό κίνημα. Εκδηλώθηκε στη Γερμανία από το 1910 έως το 1925 και αντιπροσωπεύει τη γερμανική παραλλαγή της μεγάλης ευρωπαϊκής επανάστασης της πρωτοπορίας. Τον όρο ε. χρησιμοποίησε πρώτη φορά το 1901 στη Γαλλία ο ζωγράφος… …   Dictionary of Greek

  • κάστρο — Μεσαιωνικό φρούριο· τείχος που περιβάλλει πόλη. Η λέξη προέρχεται από το λατινικό castellum, υποκοριστικό του castrum και υποδηλώνει, στη ρωμαϊκή ονοματολογία, ένα οχυρό σχετικά περιορισμένων διαστάσεων. Οι δύο αυτοί όροι, ωστόσο, δεν… …   Dictionary of Greek

  • Βίντελμπαντ, Βίλχελμ — (Wilhelm Windelband, Πότσνταμ 1848 – Χαϊδελβέργη 1915).Γερμανός ιστορικός της φιλοσοφίας και φιλόσοφος, καθηγητής σε διάφορα γερμανικά πανεπιστήμια. Ο Β. αντιπροσωπεύει,μαζί με τον Χ. Ρίκερτ και τον Χόφντινγκ, στη μετά το 1870 περίοδο της… …   Dictionary of Greek

  • Γιακόμπι, Καρλ Γκούσταφ Γιάκομπ — (Karl Gustav Jacob Jacobi, Πότσνταμ 1804 – Βερολίνο 1851). Γερμανός μαθηματικός, εβραϊκής καταγωγής. Από πάρα πολύ νέος έδειξε εξαιρετική ευφυΐα και κατά τη δημιουργική, σύντομη ζωή του συνέβαλε αξιοσημείωτα σε κάθε κλάδο της μαθηματικής γνώσης,… …   Dictionary of Greek

  • Γιακόμπι, Μόριτς Χέρμαν — (Moritz Hermann Jacobi, Πότσνταμ 1801 – 1874). Γερμανός φυσικός και εφευρέτης, αδελφός του μαθηματικού Καρλ Γκούσταφ Γιάκομπ Γ. (βλ. λ.). Το 1818 πήγε στη Ρωσία και το 1835 εξελέγη καθηγητής της ηλεκτρολογίας στο πανεπιστήμιο της Πετρούπολης.… …   Dictionary of Greek

  • Γκάιγκερ, Χανς — (Hans Geiger, Νόιστατ 1882 – Πότσνταμ 1945). Γερμανός φυσικός. Από το 1906 έως το 1912 εργάστηκε στην Αγγλία, στο εργαστήριο που διηύθυνε ο φυσικός Ράδερφορντ. Την περίοδο αυτή (1911) παρατήρησε μαζί με τον Μάρσντεν, την απόκλιση ορισμένων… …   Dictionary of Greek

  • Γκάλε, Γιόχαν Γκότφριντ — (Johann Gottfried Galle, Παπστχάους, Βυρτεμβέργη 1812 – Πότσνταμ 1910). Γερμανός αστρονόμος. Εργάστηκε αρχικά στο αστεροσκοπείο του Βερολίνου και το διάστημα 1851 97 διηύθυνε το αστεροσκοπείο του Μπρέσλαου. Το 1839 ανακάλυψε τρεις νέους κομήτες.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”